Πρόσφατα, ο τέως υπουργός Δικαιοσύνης Νικ. Παρασκευόπουλος, σε δηλώσεις του σε αθηναϊκή εφημερίδα, πρότεινε την αποποινικοποίηση της βίαιης καύσης (εμπρησμού) της επίσημης Ελληνικής Σημαίας. Κατά τον κ. Παρασκευόπουλο, τα άτομα που ενσυνείδητα κατακαίουν δημόσια την Σημαία (όπως είναι οι αυτο-αποκαλούμενες «αντιεξουσιαστικές ομάδες» κατά τις διαδηλώσεις τους) δεν θα πρέπει να διώκονται ποινικά αλλά να υφίστανται τις συνέπειες «μόνο μιας απλής πολιτικής, κοινωνικής και ηθικής απαξίας».

Προτού προχωρήσουμε στον σχολιασμό του σχετικού νομικού πλαισίου, θα προσδιορίσουμε τις συνιστώσες που διαμορφώνουν την έννοια της Σημαίας.

Την 1η Ιανουαρίου 1822 στην Πιάδα της Επιδαύρου, η Α΄ Εθνοσυνέλευση των Ελλήνων, με το άρθρο ΡΔ΄ του «Προσωρινού Πολιτεύματος της Ελλάδος» (Συντάγματος), όρισε ότι η νέα Ελληνική (Εθνική) Σημαία συμβόλιζε «την Πάρεδρον του Θεού Σοφίαν, την Ελευθερίαν και την Πατρίδα», και καθιέρωσε να φέρει ως Σύμβολο τον Σταυρό και ως χρώματα το κυανού και το άσπρο. Την 15η Μαρτίου του ιδίου έτους, το Εκτελεστικό Σώμα (Κυβέρνηση) με το υπ΄αριθ. 540 Διάταγμα καθόρισε το σχήμα της Σημαίας και τις λοιπές λεπτομέρειες εφαρμογής του ανωτέρω άρθρου. Αρχικά η Σημαία των δυνάμεων της ξηράς διέφερε από εκείνη των δυνάμεων της Θάλασσας που ήταν για μεν τα εμπορικά πλοία χρώματος κυανού με λευκό τετράγωνο και κυανό σταυρό στο επάνω εσωτερικό μέρος αυτής, για δε τα πολεμικά εννέα (9) εναλλασσόμενες ισοπλατείς οριζόντιες ταινίες (πέντε κυανές και τέσσερεις λευκές) με κυανό τετράγωνο πλαίσιο στο επάνω αριστερά και μέρος αυτής, εντός του οποίου υπήρχε λευκός σταυρός. Από το 1928 καθιερώθηκε ως ενιαία Σημαία για την Θάλασσα η ισχύουσα για τα πολεμικά πλοία που, κατά τον τύπο και το σχήμα, είναι ακριβώς όμοια με την σήμερον αναγνωρισμένη ως «ενιαία και μοναδική» Εθνική Σημαία. Το ιδεολογικό σκεπτικό αυτών που επινόησαν τον σχεδιασμό της Σημαίας συνίστατο στο ότι το «κυανό (γαλάζιο)» χρώμα του ουρανού υποδήλωνε την εκ Θεού ευλογία προς Έθνος για την διεξαγωγή του υπέρ της ανεξαρτησίας Αγώνα και το «λευκό», τον άμωμο και αγνό σκοπό των Ελλήνων για την αποτίναξη του ζυγού της πολύχρονης τυραννίας του κατακτητή.

Ο λευκός σταυρός υποδήλωνε την σταθερή προσήλωση των Ελλήνων στην Ορθόδοξη Πίστη και, σύμφωνα με την επικρατέστερη εκδοχή, οι εννέα κυανόλευκες ταινίες, τις ισάριθμες συλλαβές της φράσης «Ελευθερία ή Θάνατος», επί της οποίας ορκίζονταν οι αγωνιστές της Επανάστασης. Το αρμονικό αυτό σύμπλεγμα των επί της Σημαίας συμβολικών παραστάσεων, αποτυπωμένο σε ένα τεμάχιο υφάσματος καθορισμένων διαστάσεων και αναρτημένο στον ιστό του, όσοθα υπάρχει η Ελλάδα, θα κυματίζει υψιπετές και υπερήφανο, ενσαρκώνοντας τις μέγιστες αξίες του Ελληνισμού - της Πίστεως, της Πατρίδος, της Ελευθερίας, της Δικαιοσύνης, της Ανθρώπινης Αξιοπρέπειας- και αποβλέποντας στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης των αγώνων του Έθνους με την νοερή απόδοσητων δεουσών τιμών προς τους πατέρες- προγόνους μας που θυσιάστηκαν στα πεδία των μαχών υπερασπιζόμενοι τα πάτρια εδάφη. Πέραν αυτών η Σημαία απεικονίζει την ενότητα και συνέχεια του Κράτους και οριοθετεί τη κρατική κυριαρχία. Η γαλανόλευκη θωριά της, εξειδανικεύοντας το παρελθόν, αναζωπυρώνει τους πόθους για την τελική εκπλήρωση των υψηλοτέρων ιδανικών του Λαού και εμπνέει στις ψυχές των Ελλήνων τις βέλτιστες ελπίδες για ένα καλύτερο μέλλον.

Βλέπουμε λοιπόν ότι η Σημαία είναι ένας υπέρτατος εμβληματικός θεσμός που αναδείχθηκε ρητά από το πρώτο Σύνταγμα ως αναπόσπαστο στοιχείο του άρτι συσταθέντος Ελληνικού Κράτους και έκτοτε προστατεύεται συνεχώς από όλα τα μέχρι σήμερα Συντάγματα. Είναι, κατά συνέπεια, θεμιτή η βούληση του κοινού νομοθέτη να ορίσει αναγκαστικούς κανόνες Δικαίου για την αποτροπή της προσβολής αυτής της ίδιας και των εννόμων αγαθών αντιπροσωπεύει, επέκεινα εκείνων (των μη αναγκαστικών κανόνων) που επιβάλλονται από την Ηθική και την Εθιμοτυπία με κυρώσεις προερχόμενες από το κοινωνικό περιβάλλον υπό μορφή ανυποληψίας και απομόνωσης.

Σχετικός, κατ’ αρχήν, είναι ο Ν.851/1978, ΦΕΚ 232 Α΄, «Περί της Εθνικής Σημαίας, των Πολεμικών Σημαιών και του Διακριτικού Σήματος του Προέδρου της Δημοκρατίας» που αναφέρεται στην εν γένει εμφάνιση (εικόνα), τα υλικά κατασκευής, τις κανονικές διαστάσεις της Σημαίας, του ιστού της (κοντός) και του επ΄αυτού Σταυρού και τους χώρους όπου επιτρέπεται να επαίρεται (Βουλή, Υπουργεία, δημόσια, δημοτικά και κοινοτικά κτίρια, εκπαιδευτικά Ιδρύματα, Ακρόπολη των Αθηνών, εμπορικά και πολεμικά πλοία, συμμαχικά στρατηγεία, οικίες ιδιωτών, καταστημάτων, επιχειρήσεων κατά τις Εθνικές Εορτές, ημέρες εθνικού πένθους κλπ). Καθορίζεται επίσης το υποχρεωτικό της παρουσίας της στις επίσημες παρελάσεις των Ενόπλων Δυνάμεων, των Δυνάμεων Ασφαλείας και της μαθητιώσης και σπουδαζούσης νεολαίας και περιγράφονται τα τυπικά για την απόδοση προς αυτήν τιμών.

Υπάρχουν, όμως, και απαγορεύσεις. Δεν επιτρέπεται να αναρτάται επί εξωστών ή παραθύρων άνευ κοντού, ούτε να φέρει επ΄αυτής τα διακριτικά Οργανώσεων, Οργανισμών, Συλλόγων, Σχολών, Ιδρυμάτων ή οιαδήποτε άλλη παράσταση.

Επίσης δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιείται προς κάλυψη αγάλματος ή προτομής, (όπου, αντί Σημαίας, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ύφασμα με τα εθνικά χρώματα), ή να υψώνεται ως Λάβαρο – έστω και με διαφορετικές διαστάσεις – από Σωματεία, Συλλόγους, Οργανώσεις ή, τέλος, να γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης για διαφημιστικούς ή εμπορικούςσκοπούς. Σε περίπτωση που χρειάζεται αντικατάσταση λόγω παλαιότητας ή φθοράςδεν απορρίπτεται στα άχρηστα, αλλά καταστρέφεται, κατά προτίμηση δια πυράς.

Οι παραβάσεις του εν λόγω νόμου ή των Προεδρικών Διαταγμάτων που εκδίδονται με βάση αυτόν, σύμφωνα με το άρθρο 8 , θεωρούνται πταίσματα και τιμωρούνται με «κράτηση μέχρι 2 μηνών ή πρόστιμο ή αμφότερες τις ποινές, εφόσον από άλλες διατάξεις δεν προβλέπονται βαρύτερες ποινές». Βέβαια, αυτές οι παραβάσεις δεν έχουν ιδιαίτερα βαρύνουσα σημασία και δια τούτο σπανιότατα επιβάλλονται οι αντίστοιχες κυρώσεις. Παρά ταύτα ο νόμος έχει την σημασία του διότι ρυθμίζει πτυχές συμπεριφοράς προς την Σημαία απαραίτητες για την απόδοση της δέουσας αξίας προς αυτήν, ιδιαίτερα στη σημερινή εποχή όπου οι δυσερμηνείες και οι επιτηδευμένες στρεβλώσεις είναι ευκολότερες όσο ποτέ άλλοτε.

Η ουσιαστική ποινική δίωξη για παραβατική συμπεριφορά κατά της Σημαίας συναντάται στο άρθρο 181 του Ποινικού Κώδικα (ΠΚ), (όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 33 του Ν.2172/1994) «Προσβολή συμβόλων του ελληνικού κράτους», το οποίο έχει ως εξής: «Οποιος, για να εκδηλώσει μίσος ή περιφρόνηση, αφαιρεί, καταστρέφει ή ρυπαίνει την επίσημη σημαία του Κράτους, ή έμβλημα κυριαρχίας του, τιμωρείται με φυλάκιση μέχρι δυο ετών».

Δράστης της τέλεσης του εγκλήματος του 181 ΠΚ μπορεί να είναι οιοδήποτε φυσικό πρόσωπο του οποίου, όμως, η άδικη συμπεριφορά (εγκληματική πράξη) θα πρέπει να εκδηλωθεί δημόσια, δηλ. είτε σε δημόσιο χώρο είτε με δημόσιο τρόπο (ραδιόφωνο, τηλεόραση, Τύπος κλπ), ώστε, στον κατάλληλο χρόνο, να γίνει πράγματι αντιληπτή από μεγάλο και αόριστο προσώπων. Πλέον αυτού, για να γίνει η Ελληνική Σημαία αντικείμενο υλικής προσβολής θα πρέπει να έχει την εμφάνιση (σχήμα, μέγεθος, χρώμα κλπ) που ορίζει ο Ν. 851/1978. ή να διαφέρει ανεπαίσθητα από αυτήν ή να πρόκειται για την νομικά καθιερωμένη στρατιωτική Σημαία. Χάρτινες παιδικές σημαίες ή σημαιούλες κολλημένες σε φανέλες κλπ δεν προστατεύονται από την κείμενη νομοθεσία.

Ας εξειδικεύσουμε, τώρα, τις διατάξεις του 181 ΠΚ στην περίπτωση των «αντιεξουσιαστικών ομάδων» οι οποίες καίνε δημόσια μια «κανονική» Ελληνική Σημαία. Θα πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι, τα αισθήματα «μίσους και περιφρόνησης» τα οποία προβλέπει ο νομοθέτης για την τέλεση του εγκλήματος και τα οποία ασφαλώς διακατέχουν τις έντονα πολιτικοποιημένες αυτές ομάδες, σύμφωνα με τις ιδεολογικές τους αντιλήψεις και τις δημόσιες διακηρύξεις τους, έχουν τελικό αποδέκτη το ίδιο το Κράτος γενικά ως θεσμό και ειδικότερα τους οιουσδήποτε φορείς της κρατικής εξουσίας, πρωτογενούς ή παραγώγου (πχ. κυβερνητικά ή κοινοβουλευτικά στελέχη, κρατικούς αξιωματούχους και δημόσιες Αρχές, δυνάμεις καταστολής κλπ).

Περαιτέρω, η προσβολή της Σημαίας τιμωρείται μόνο όταν υπάρχει, ως στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης, ο κατά το άρθρο 27 ΠΚ, δόλος. Ο δόλος εδώ συνίσταται στο ότι οι ομάδες προσπαθούν να θίξουν – ή να εξαναγκάσουν σε βίαιη υποταγή στην θέλησή τους- την κρατική εξουσία μετερχόμενες ένα παράνομο μέσο, τον εμπρησμό (καύση) της Σημαίας, το οποίο και αποδέχονται.

Εδώ, όμως, κάνουν ένα σοβαρό νομικό και επικοινωνιακό λάθος. Καταστρέφοντας την Σημαία διακηρύσσουν ότι στρέφονται κατά της κρατικής εξουσίας. Η Σημαία, όμως, σε καμία περίπτωση δεν συμβολίζει την κρατική εξουσία αλλά, ως ελέχθη ανωτέρω, την κρατική κυριαρχία, ένα θεσμό Διεθνούς Δικαίου ο οποίος εν δυνάμει υποδηλώνει την αυτονομία και ανεξαρτησία ενός Κράτους και αναφέρεται στις σχέσεις του με τα υπόλοιπα κράτη. Έχουν, δηλαδή οι ομάδες εσφαλμένη αντίληψη περί ενός – πιθανώς και περισσοτέρων- στοιχείων της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της προσβολής των συμβόλων του Ελληνικού Κράτους και τούτο δυνατόν να τους οδηγήσει σε πραγματική πλάνη η οποία, αν κριθεί συγγνωστή, αποκλείει τον δόλο(άρθρο 30 ΠΚ). Αν, όμως, δεν κριθεί συγγνωστή , η απόδειξη της ενοχή τους θα είναι πολύ πιθανή, εφόσον, βέβαια κριθούν σύμφωνα με τον Νόμο σε μια «δίκαιη δίκη», όπως και κάθε άλλος Έλληνας πολίτης.

Εν τούτοις, τουλάχιστον μέχρι σήμερα, ουδείς «δράστης» εμπρησμού της Σημαίας έχει συλληφθεί και παραπεμφθεί σε δίκη (!!), ώστε να γνωρίζουμε επακριβώς πώς χειρίζεται η Δικαιοσύνη το αδίκημα τούτο και ποιά η υπερασπιστική γραμμή των παραπεμπομένων. Και, ασφαλώς, δεν υπάρχει σώφρων Έλληνας ο οποίος να πιστεύει ότι οι… «γνωστοί άγνωστοι» κουκουλοφόροι που καίνε την Σημαία πρακτικά δεν μπορούν να συλληφθούν. Φαίνεται, όμως, ότι οι υπόγειες διασυνδέσεις μεταξύ αυτών (των αντιεξουσιαστών) και κάποιων πολιτικών- διαχειριστών της κρατικής εξουσίας και άλλων κέντρων αποφάσεων είναι τόσο ισχυρές, ώστε να εξασφαλίζεται η μη- σύλληψή των πρώτων και η διαφυγή τους από κάθε νόμιμη συνέπεια. Και εδώ γεννάται το ερώτημα : Αυτό το χαλκευμένο έλλειμα Δικαίου δεν προβληματίζει τον κ. Παρασκευόπουλο και θέλει να προσθέσει ακόμη μεγαλύτερο; Η απάντηση επαφίεται στην κρίση σου, αγαπητέ αναγνώστη.

Η ιδέα της αντικατάστασης της ποινικής δίωξης των καιόντων την Σημαία με την «απλή πολιτική, κοινωνική και ηθική απαξία» που επαγγέλεται ο κ. Παρασκευόπουλος θα αποδειχθεί, αν εφαμοσθεί, φρούδα ελπίδα. Διότι μέχρι σήμερα η πολιτική νομενκλατούρα και οι συνοδοιπόροι της, συνεργούντων των ΜΜΕ και κοινωνικής δικτύωσης, ουδέποτε απαξίωσαν ή ευθέως αποκήρυξαν δημόσια αυτούς (τους δράστες) και ανέκαθεν προσπαθούσαν, με σαθρά επιχειρήματα, να τους καλύψουν και να τους βοηθήσουν ώστε να μην συλληφθούν. Βλέπετε, πίσω από τέτοια ανομήματα, πάντοτε κρύβονταιτεράστια και παράνομα συμφέροντα, που δεν πρέπει να αποκαλυφθούν. Ο μόνος που μπορεί έγκυρα να τους απαξιώσει είναι ο ίδιος ο Ελληνικός Λαός ο οποίος, καίτοι «δημοκρατικά» παραγκωνισμένος και εξαπατημένος από το «σύστημα», σιωπηλά αλλά δυναμικά το πράττει, όχι διότι διαφωνεί με τους επιδιωκόμενους από αυτούς σκοπούς αλλά γιατί αποδοκιμάζει το mondus operandi τους, την καταστροφή, τουτέστιν, των σεπτών Εθνικών Συμβόλων (συμπεριλαμβανομένης και της Σημαίας) και, κυρίως, την – ολοκληρωτική, πολλές φορές- φθορά ξένης περιουσίας, δημόσιας και ιδιωτικής. Ωστόσο ο Λαός δεν ρίχνει εναντίον τους τον «λίθο του αναθέματος», αλλά προσμένει γρήγορα να αντιληφθούν ότι με τις ομιχλώδεις ιδεοληψίες τους γίνονται, εκόντες άκοντες, όργανα εκμετάλλευσης ανόμων συμφερόντων σε τοπικό και διεθνές επίπεδο και να επανέλθουν στην πραγματικότητα του υγιούς κοινωνικού γίγνεσθαι χωρίς να διακόψουν την μαχητικότητά τους για διεκδίκηση των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων τους εναντίον ενός σκληρού και άδικου Αστυνομικού Κράτους αλλά με άλλα μέσα, περισσότερο νόμιμα και αποτελεσματικά για τους ίδιους, την κοινωνία και την Πατρίδα, την έννοια της οποίας τόσο άδικα έχουν παρεξηγήσει και δυσερμηνεύσει, διότι έτσι τους δίδαξαν κύκλοι αλλότριοι, ελληνικοί και ξένοι.

Σχετικό με το άρθρο 181 ΠΚ είναι και το άρθρο 58 του Στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα (ΣΠΚ) «Προσβολή Σημαίας ή Στρατού», που αφορά στο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων και του Λιμενικού Σώματος και έχει ως εξής: «Στρατιωτικός που δημόσια με λόγο ή έργο ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο, εκδηλώνει καταφρόνηση για τη σημαία, το στρατόή διακριτικό σήματου στρατού ή σώματος αυτού, τιμωρείται με φυλάκισητουλάχιστον τριών μηνών» (σημ. συντ: από 3 μήνες μέχρι 5 έτη). Η φράση «εκδηλώνει καταφρόνηση», για μεν τον Στρατό έχει την έννοια της εξύβρισης με έργα ή με λόγια και της δυσφήμησης, (ισχύοντος του εννοιολογικού περιεχομένου των όρων που χρησιμοποιούνται στα άρθρα 361-362 ΠΚ.), για δε την Σημαία και τα διακριτικά σήματα,μόνο της εξύβρισης με λόγια ή έργα (παραμόρφωση, σχίσιμο, κάψιμο, βίαιο πάτημα) και όχι της δυσφήμησης. Το αδίκημα του άρθρου 58 ΣΠΚ μπορεί να τελεσθεί και με παράλειψη, εφόσον αυτή αποσκοπεί στην μείωση του κύρους και την προσβολή του Στρατού, της Σημαίας και των σημάτων και δεν συνιστά απλή παράβαση απονομής τιμής. Επί παραδείγματι, αν ένας Αξιωματικός κατά την διάρκεια επίσημης παρέλασης δεν εγερθεί με την διέλευση πολεμικής Σημαίας, διαπράττει ασφαλώς πράξη κοινωνικά αποδοκιμαστέα ή πειθαρχικό παράπτωμα, δεν τελεί όμως το αδίκημα του 58 ΣΠΚ. (Για περισσότερες λεπτομέρειες επί του άρθρου 58 ΣΠΚ, βλ. Αδάμ Χ. Παπαδαμάκη, Στρατιωτικό Ποινικό Δίκαιο, Γ Έκδοση, 2003, σελ.395 επ.)