Η πρόσφατη επίθεση των Σηιτών Χούθι της Υεμένης με οπλισμένα μη επανδρωμένα αεροσκάφη κατά των εγκαταστάσεων της ΑΡΑΜΚΟ στις περιοχές Αμπκάικ και Χουρέις στα ανατολικά της Σαουδικής Αραβίας αποτελεί σημαντική γεωπολιτική εξέλιξη τόσο για τον πόλεμο της Υεμένης όσο και για γεωπολιτική σταθερότητα όλης της Αραβικής Χερσονήσου. Η σημασία αυτής της χειρουργικής επίθεσης σχετίζεται με την ενεργειακή δύναμη του Ριάντ ως παγκόσμιου παραγωγού πετρελαίου και της ενέργειας ως αποκλειστικής πηγής εσόδων του για τη χρηματοδότηση του πολέμου της σουνιτικής Σαουδικής Αραβίας και των Συμμάχων της στη Χερσόνησο κατά των Σηιτών Χούθι. Οι Αμπκάικ και Χορέις ανέδειξαν την πετρελαιοπαραγωγή του Ριάντ σε αχίλλειο πτέρνα του στον πόλεμο με τους Χούθι με παγκόσμιες ενεργειακές και γεωπολιτικές συνέπειες, πέρα από τα σύνορα της Σ. Αραβίας και την Αραβική Χερσόνησο.
Οι Χούθι, οι οποίοι ανέλαβαν την ευθύνη για τα δύο αυτά χτυπήματα, έδειξαν στο Ριάντ ότι η βλητική τους ικανότητα αυξάνεται και βελτιώνεται σε εμβέλεια, ακρίβεια και ισχύ πυρός, καταδεικνύοντας, παράλληλα, τις αδυναμίες και αβελτηρίες της σαουδαραβικής αεράμυνας, αλλά και αυτής του αμερικανικού 5ου Στόλου που σταθμεύει στο γειτονικό και κοντινό Μπαχρέιν. Τα εν λόγω χτυπήματα δεν ήταν τα πρώτα, αλλά συνέχεια σε μια σειρά επιθέσεων των Χούθι σε στρατιωτικούς και μη στόχους στα νότια της Σαουδικής Αραβίας, όπως αεροδρόμια, στρατιωτικές βάσεις κ.λ.π. Η αυξανόμενη αεροπορική δραστηριότητα των Χούθι στο σαουδαραβικό έδαφος προδιαθέτει και για άλλα χτυπήματα στο εγγύς μέλλον, εάν δεν επέλθει ανακωχή και βελτίωση της σαουδαραβικής αεράμυνας.
Από αυτήν την επίθεση κερδισμένοι γεωπολιτικά βγαίνουν η Ρωσία και ο συμμαχικός σηιτικός άξονας στην περιοχή έναντι των ΗΠΑ και Ισραήλ και των κύριων σουνιτικών κρατών. Τα χτυπήματα έλαβαν χώρα μόλις λίγες ημέρες μετά την αίσια για τους Ρώσους και το Ιράν έκβαση της υπόθεσης του δεξαμενοπλοίου στη Μεσόγειο. Κάθε επιτυχία των Σηιτών στη Μ. Ανατολή μεταφράζεται σε κέρδος για τη συμμαχική Ρωσία, η οποία ανοικτά αμφισβητεί το μεταπολεμικό (από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο) status quo το υπαγορευμένο από τη Συμφωνία Σάικς-Πίκο και τη Διακήρυξη Μπάλφουρ. Η ρωσική επιρροή στη Μ. Ανατολή είναι ολοένα αυξανόμενη στη Συρία, τον Λίβανο, το Ιράκ και την Παλαιστίνη. Το συμμαχικό τρίγωνο της Ρωσίας με το Ιράν και την Τουρκία αποτελεί το όχημα αύξησης της γεωπολιτικής παρουσίας της Ρωσίας στην περιοχή, επιδιώκοντας να γεμίσει το υπάρχον κενό ισχύος. Η Υεμένη είναι ένα ακόμη πεδίο έμμεσης σύγκρουσης των ΗΠΑ και της Ρωσίας με πρωταγωνιστές τους Σηίτες και τους Σουνίτες της Αραβικής Χερσονήσου.
Από την πλευρά τους οι ΗΠΑ και το Ισραήλ, στην προσπάθειά τους να διατηρήσουν τα γεωπολιτικά κεκτημένα στην περιοχή και να αποκαταστήσουν το ολοένα μειούμενο αίσθημα ασφάλειας των Σαουδαράβων και άλλων συμμάχων τους στην περιοχή καλούνται να αντιμετωπίσουν τον ρωσο-σηϊτικό συνασπισμό που δεν μπλοφάρει, αλλά δρα συστηματικά και αιφνιδιαστικά κάθε φορά. Σε αυτήν τη διαδικασία οι ΗΠΑ, έχοντας εξαντλήσει σχεδόν όλα τα ασύμμετρα οικονομικά μέσα πίεσης προς τον σηϊτικό άξονα, έχουν δύο επιλογές στην Εύφορο Αραβία (Υεμένη): να ασκήσουν οι ίδιες άμεσα τη δύναμη πυρός τους ή να επιδιώξουν τη σύναψη ανακωχής και εν τέλει ειρήνης.
Η πρώτη επιλογή ενέχει σε μεγάλο βαθμό την πιθανότητα αποτυχίας τύπου Αφγανιστάν, λόγω του μειωμένου ηθικού των συμμάχων των ΗΠΑ έναντι των Χούθι ως αποτέλεσμα της ήδη αποτυχημένης πενταετούς σαουδαραβικής εκστρατείας και εισβολής στην Υεμένη. Η δεύτερη επιλογή συνεπάγεται την αποδοχή από την Ουάσινγκτον ότι οι αντίπαλοί της στην Υεμένη και τη Μ. Ανατολή έχουν κερδίσει ένα σημαντικό προπύργιο στην Υεμένη και ένα προγεφύρωμα που επιδιώκει να αλλάξει τον πολιτικό χάρτη στην Αραβική Χερσόνησο προς το ισλαμικότερο για πρώτη φορά μετά την πτώση του Οθωμανικού Σουλτανάτου κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Σε αντίθεση με τη Ρωσία, οι ΗΠΑ φαίνονται προς το παρόν αναποφάσιστες…
Ο Δόκτωρ Ευάγγελος Βενέτης είναι ειδικός σε θέματα Ισλάμ και Μέσης Ανατολής