Αυτές τις ημέρες δημοσιεύτηκε ανακοίνωση της αμερικανικής “Defense Security Cooperation Agency”, με ημερομηνία 12/7/2019 ότι , το Στέιτ Ντιπάρτμεντ “…αποφάσισε να εγκρίνει ενδεχόμενη στρατιωτική πώληση επτά (7) Ε/Π MH -60R, πολλαπλών αποστολών, μετά από αίτημα της Ελληνικής Κυβέρνησης και με εκτιμώμενο κόστος 600 εκ. Δολ.”

Και άλλα δύο στοιχεία της ανακοίνωσης που έχουν ενδιαφέρον, πέρα των πολλών λεπτομερειών για τα επί μέρους συστήματα που αιτούνται και εγκρίνονται και θα φέρουν τα εν λόγω Ε/Π, είναι ότι, θα χρησιμοποιούνται για “…αντιπυρικές και ανθυποβρυχιακές αποστολές πολέμου και άλλες δευτερεύουσες αποστολές”.

Και ακόμα ότι, “…η πώληση αυτή δεν θα μεταβάλει την βασική στρατιωτική ισορροπία στην περιοχή”.

Το τελευταίο μπορεί να είναι και λίγο τυπικό, αλλά σε προκαλεί όταν έχει εγκριθεί η πώληση 100 F-35 στην Τουρκία, χώρα που επηρεάζει τις στρατιωτικές ισορροπίες στην ίδια περιοχή. Τέλος πάντων, άλλο είναι το θέμα μας.

Το θέμα λοιπό είναι ότι, λεφτά υπάρχουν για την Άμυνα της Χώρας και επενδύονται έτσι, ώστε να αυξάνεται άμεσα και εμφανώς η στρατιωτική ισχύς των Ε.Δ.της. Είναι έτσι;

Πριν από 20 και πλέον χρόνια, μετά την κρίση των Ιμίων, έγινε μία έρευνα προκειμένου να διαπιστωθεί αν υπάρχει θεσμικός “Μπούσουλας” για τον τρόπο που κατανέμονται τα κονδύλια που διαθέτει ο ελληνικός Λαός, διά της εκάστοτε Κυβέρνησης του, για εξοπλισμό των Ε.Δ. Διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν όλες οι νομικές προβλέψεις για τα διαδικαστικά στάδια που πρέπει να ακολουθηθούν, από την αρχική φάση της έρευνας αγοράς, μέχρι και την τελική υπογραφή συμφωνίας για το ‘’Α’’ ή ‘’Β’’οπλικό σύστημα.

Όμως, δε βρέθηκε θεσμοθετημένη διαδικασία στο ΥΠΕΘΑ, βάση της οποίας θα υπάρχουν κριτήρια και ‘’δείκτες βαρύτητας’’, που θα καθορίζουν ότι, την δεδομένη στιγμή, με τα δεδομένα κονδύλια, πρέπει να αποκτηθούν οι τάδε και οι δείνα στρατιωτικές ικανότητες, διότι αυτές θα προσθέσουν την κάλλιστη και αναγκαία στρατιωτική ισχύ. Φυσικά σε επίπεδο Σ.Α.Γ.Ε. και Σ.ΑΜ. εξετάζονται όλες οι ανάγκες των Όπλων και οι προτάσεις αυτών, αλλά οι διαθέσιμοι πόροι δεν φτάνουν για όλα. Έτσι η έρευνα έδειξε μία ισχυρή τάση τήρησης των ισορροπιών και φυσικά οι έχοντες την τελική ευθύνη στην Στρατιωτική και Πολιτική Ηγεσία, είχαν βαρύνοντα λόγο. Επίσης το μέγεθος του Όπλου, οι αριθμοί, έπαιζαν τον ρόλο τους ως επιχειρήματα.

Έτσι, για αρκετά χρόνια, άνω του 50% των εξοπλιστικών κονδυλίων έπαιρνε το πολυπληθέστερο ‘Οπλο και το υπόλοιπο στα άλλα δύο δια δύο περίπου. Υπήρχαν και περιπτώσεις που η μοιρασιά ήταν πιο ισορροπημένη. Δια τρία. Τότε έγινε προσπάθεια να γίνει κατανοητό από όλους ότι, αυτό δεν είναι σωστό, διότι δεν συμφέρει την αποτελεσματική αύξηση της συνολικής στρατιωτικής ισχύος των Ε.Δ. Και ότι πρέπει να υπάρχουν βασικά και σταθερά κριτήρια που θα μας οδηγούν στις σωστές επιλογές και τελικά αποφάσεις. Πάντως οι κλαδικές ευαισθησίες δεν μπορεί να είναι κριτήριο.

Τα κριτήρια, αυτά που δεν θα αλλάζουν, δεν μπορεί παρά να είναι τα εξής:

Η τουρκική στρατιωτική απειλή και πώς αυτή αναλύεται και αξιολογείται σε χερσαίες, ναυτικές και αεροπορικές ή αεροδιαστημικές, ικανότητες.

Οι οικονομικές δυνατότητες της Χώρας που, δυστυχώς πάντα θα έχουν όρια.

Η Πολιτική Εθνικής Άμυνας(Π.Ε.Α.), όπως την καθορίζει η εκάστοτε εκλεγμένη Κυβέρνηση και τι ευθύνες και αποστολές αναθέτει αυτή στο ΥΠΕΘΑ και τις Ε.Δ., για την ασφάλεια του Λαού και της επικράτειας, από εξωτερικές απειλές. Φυσικά εδώ συμπεριλαμβάνεται και η εξασφάλιση των εθνικών συμφερόντων, όταν αυτά αμφισβητούνται από άλλες χώρες.

Τα τρία αυτά σταθερά κριτήρια καθορίζουν την εκάστοτε αναγκαία και ικανή στρατιωτική ισχύ για την επίτευξη Αποτροπής, έναντι της συγκεκριμένης απειλής. Η ανάλυση από τους ειδικούς αυτής της ισχύος γίνεται με βάση την στρατιωτική απειλή, προκειμένου να προσδιορισθεί το αναγκαίο επίπεδο ισχύος ανά Όπλο. Στην ανάλυση αυτή, καλό είναι να μη διαφεύγουν της προσοχής μερικές ιδιαιτερότητες που έχουν ,από την φύση τους, τα Όπλα. Για παράδειγμα, οι τεράστιες τουρκικές χερσαίες δυνάμεις δεν προορίζονται στο σύνολό τους εναντίον της Ελλάδος, (Ιράκ, Συρία, Κούρδοι) αλλά και πρακτικά δεν μπορούν να επιχειρήσουν όλες μαζί, ούτε στον Έβρο, ούτε στο Αιγαίο, ούτε στην Κύπρο. Είναι συγκεκριμένες, σχεδιασμένες, δεν λέω λίγες, για κάθε αντικειμενικό σκοπό που έχουν θέσει.

Επίσης, και το τουρκικό Π.Ν. δεν μπορεί να συγκεντρώσει όλη την ισχύ του και τις μονάδες του χρονικά και τοπικά και αυτό γίνεται εύκολα κατανοητό. Το μόνο Όπλο που μπορεί, σε ελάχιστο χρόνο να συγκεντρώσει όλη την ισχύ του πότε στο ένα θέατρο επιχειρήσεων και πότε στο άλλο  είναι το Αεροπορικό. Ξημερώματα μπορεί να προσβάλει στο Αιγαίο με όλο το δυναμικό του και σε δύο ώρες να κάνει το ίδιο στην Ανατολική Μεσόγειο. Έτσι το σύνολο της τουρκικής αεροπορικής ισχύος πρέπει να υπολογίζεται ως άμεση απειλή. Την περίοδο εκείνη λοιπόν, οι έχοντες την ευθύνη δέχθηκαν, σε μεγάλο βαθμό ότι, η κάθε επένδυση για εξοπλισμούς στην άμυνα της Χώρας, θα πρέπει να προσθέτει το μέγιστο στην αποτρεπτική ικανότητα της στρατιωτικής ισχύος της Χώρας. Ίσως αυτή η κατανόηση διατηρεί μέχρι σήμερα την αποτρεπτική ικανότητα των ελληνικών Ε.Δ.

Τα τελευταία δέκα χρόνια της οικονομικής κρίσης της Χώρας, και όχι μόνο, το δεύτερο από τα ανωτέρω κριτήρια ελαχιστοποιήθηκε, ενώ μειώθηκαν κοντά στο 50% και ίσως πάρα κάτω, οι συνολικές λειτουργικές δαπάνες των Ε.Δ. Θα πει κάποιος ότι, ήταν αναπόφευκτο, έτσι έγινε σε όλον τον δημόσιο τομέα. Προσωπικά έχω σοβαρές αμφιβολίες αν είναι έτσι, αλλά πρέπει να επισημανθούν δύο πολύ σοβαρά στοιχεία.

Το πρώτο κριτήριο, αυτό της τουρκικής στρατιωτικής απειλής αυξήθηκε δραστικά το αντίστοιχο διάστημα και επίσης καμία Κυβέρνηση δεν μείωσε τις ευθύνες και τις αποστολές, μέσω Π.Ε.Α. και σωστά. Μέχρι το 2009 η διατιθέμενη στρατιωτική ισχύ της Χώρας βρισκόταν σε πολύ καλό επίπεδο. Μετά τις οικονομικές περικοπές, κάθε χρόνο, άρχισαν οι επιπτώσεις επί των υφισταμένων οπλικών συστημάτων που μας εξασφάλιζαν αυτή την ισχύ. Έπρεπε να διατηρηθεί. Ήταν Εθνική ανάγκη. Το λογικό θα ήταν το μέγιστο των διατιθεμένων κονδυλίων να πάει για τον σκοπό αυτό. Τα μέσα, τα όπλα και οι πλατφόρμες μάχης που είχαμε ήταν ανάγκη να διατηρηθούν σε επιχειρησιακή ικανότητα και στο υψηλότερο δυνατό ποσοστό διαθεσιμότητας. Υπήρχαν και υπάρχουν, αρκετοί και σοβαροί τομείς των Ε.Δ., για να γίνουν οικονομικές περικοπές ,μέσω δομικών αλλαγών, αλλά μάλλον είχαν άλλου είδους κόστη.

Όμως , παρά τις οικονομικές δυσκολίες βρέθηκαν κονδύλια για νέα εξοπλιστικά προγράμματα. Συνολικά μπορεί και να ξεπερνούν τα 3 δις.δολ.

Θα ρωτήσει κάποιος, γιατί το επισημαίνεις; Δεν ήταν αναγκαία όσα αποφασίστηκαν και είναι στις διαδικασίες υλοποίησης; Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα είναι ανάγκη να εξετασθεί και να τεκμηριωθεί, πως ότι έχει αποφασισθεί θα προσθέσει το μέγιστο ποσοστό στρατιωτικής ισχύος, έναντι άλλων αναγκών που αναγκαστικά έμειναν πίσω. Και εννοώ στην υποστήριξη υφισταμένων όπλων και μέσων.

Ενώ είμαστε σε οικονομική κρίση δημιουργήσαμε μία ακόμα αεροπορία. Αυτή του Π.Ν. Αυτή ήταν η πρώτη και πλέον επείγουσα ανάγκη; Ίσως. Θα ενταχθούν τα υπό τροποποίηση και αναβάθμιση P-3 και τα νέα Ε/Π που μαζί, φαίνεται ότι θα ξεπεράσουν σε κόστος το 1,2 δις.δολ. Αεροπορία ο Στρατός Ξηράς, Αεροπορία το Π.Ν., Αεροπορικά μέσα αυτόνομα, η Πυροσβεστική, η Αστυνομία, το Λιμενικό, το ΕΚΑΒ. Λειτουργούμε στα πρότυπα των Η.Π.Α και όχι του Ισραήλ, που ότι πετάει στην χώρα αυτή, είναι ενταγμένο σε ενιαίο φορέα, την Π.Α του, για λόγους οικονομίας, ελέγχου και συντονισμού. Η σύγκριση αναγκών, δυνατοτήτων και στόχων είναι εύκολη και για μη ειδικούς. Είναι άξιο έρευνας από τα κέντρα πληροφοριών μας, πόσο αποτρεπτικό αντίκτυπο είχαν στην τουρκική στρατιωτική σκέψη, οι πρόσφατες δικές μας εξοπλιστικές επενδύσεις. Μακάρι να κάνουμε λάθος στην προσέγγιση μας και να υπάρχουν και άλλα κριτήρια που έχουν βαρύνει στις αποφάσεις αυτές και που δεν γνωρίζουμε, τα οποία θα βοηθήσουν στην υποστήριξη των Εθνικών μας συμφερόντων.

Στην Κυπριακή ΑΟΖ, τα κοιτάσματα του φυσικού αερίου που έχουν αυξήσει κατακόρυφα την τουρκική βουλιμία και επιθετικότητα, είναι εθνικό συμφέρον υψίστης σημασίας και για τα δύο κέντρα του ελληνισμού, Κύπρο και Ελλάδα. Η Χώρα μας είναι εγγυήτρια δύναμη της Κυπριακής Δημοκρατίας. Οι άλλες δύο εγγυήτριες χώρες έχουν εγκατεστημένη στρατιωτική ισχύ επί της Νήσου και κοντά σε αυτήν. Εμείς; Ξέχασα. Η Κύπρος αποφασίζει και η Ελλάδα υποστηρίζει. Η νέα ελληνική Κυβέρνηση θα διαχειριστεί τα δεδομένα από το σημείο που τα άφησε η προηγούμενη. Δεν θα είναι εύκολη η δουλειά της.

*Αντιπτέραρχος(Ι)ε.α.
Πρόεδρος Συνδέσμου Αποφοίτων Σχολής Ικάρων
Επίτιμος Διοικητής Δ.Α.Ε.

 Πηγή: Από Militaire News