Σύμφωνα με τον Υπουργό Εξωτερικών της Χώρας μας, «…σενάριο διαλόγου με την Άγκυρα δεν φαίνεται να υπάρχει…». Αυτό, την παρούσα περίοδο τουλάχιστον, εκ των πραγμάτων είναι προφανές, αφού εμείς ασκούμε την εξωτερική πολιτική μας στη βάση του Διεθνούς Δικαίου και η Τουρκία την δική της με προβολή της στρατιωτικής της ισχύος, για να επιβάλλει το δίκαιο που την συμφέρει.
Οι προθέσεις της είναι προφανείς, δεν τις κρύβει, τις διατυπώνει και τις εξαγγέλλει. Στην Μεσόγειο οι σχεδιασμοί της δεν έχουν μόνο οικονομική διάσταση, αλλά προφανώς γεωπολιτική. Με τις κινήσεις που κάνει σε Κύπρο και Λιβύη θέλει, απαιτεί, να της αναγνωριστούν όλα τα δικαιώματα μιάς ισχυρής περιφεριακής δύναμης. Η διαφορά προσέγγισης στον στόχο αυτό, σε σχέση με άλλες ανάλογης γεωπολιτικής ισχύος δυνάμεις, είναι ότι αυτές χρησιμοποιούν κυρίως τις οικονομικές και τεχνολογικές δυνατότητες τους, ενώ η Τουρκία την στρατιωτική της ισχύ κατά την οθωμανική της παράδοση.
Έτσι το επόμενο εξάμηνο έχει ισχυρές πιθανότητες να είναι η περίοδος που θα κριθεί το σχέδιο Ερντογάν για τη «Γαλάζια Πατρίδα». Δηλαδή, ο βαθμός αναγνώρισης της Τουρκίας ως περιφεριακής δύναμης που θα καθορίζει τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην Κεντρική και Ανατολική Μεσόγειο, κινούμενη μεταξύ των συμφερόντων για την συγκεκριμένη περιοχή, των ΗΠΑ και της Ρωσίας. Φαίνεται ότι, για λόγους που η ίδια θεωρεί σημαντικούς, επισπεύδει τις ενέργειες εκείνες που, κατά τη γνώμη της, θα την καθιερώσουν, de facto, ως τη δύναμη στην περιοχή που καθορίζει τα πράγματα κατά τα συμφέροντά της. Αυτό προκύπτει και από την στάση της στον λιβυκό εμφύλιο όπου εμπλέκεται, αδιαφορώντας για τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του Ο.Η.Ε. και τις γεωτρήσεις που ήδη έχει κάνει στην κυπριακή ΑΟΖ.
Σε αυτή της την προσπάθεια γνωρίζει πως το ουσιαστικό εμπόδιο θα είναι ο Ελληνισμός(Ελλάδα-Κύπρος) με τον οποίο θα έρθει σε σύγκρουση. Και το επιλέγει. Η εκτίμηση είναι ότι έχει αξιολογήσει το ενδεχόμενο πως φτάνοντας τα πράγματα στα άκρα θα κερδίσει.
Την Ε.Ε. ως ενιαία οντότητα, δεν την θεωρεί ικανή και έτοιμη να εμπλακεί δραστικά σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και άμυνας, προς υπεράσπιση των συμφερόντων κρατών μελών της.
Για τα συμφέροντα και τα γεωπολιτικά ενδιαφέροντα των Η.Π.Α. και Ρωσίας στην περιοχή, θεωρεί ότι ήδη έχει δημιουργίσει δεσμούς,φανερούς και κρυφούς, που της επιτρέπουν να κινείται ανάμεσα τους κρατώντας καλές ισορροπίες. Οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν στην άποψη ότι, ο διεθνής παράγων, αυτή την περίοδο, δεν φαίνεται διατεθημένος να συγκρουστεί με την Τουρκία και να την επαναφέρει στις νόρμες του Διεθνούς Δικαίου. Για την πολιτική της Τουρκίας και τα σχέδια του Ερντογάν, να γίνει ο νέος «Ατατούρκ», αυτό είναι μεγάλη ευκαιρία, ιδιαίτερα μετά από αυτά που συμβαίνουν στις Η.Π.Α. εν όψη και των προεδρικών εκλογών.
Με όλα αυτά ως δεδομένα, ο τουρκικός σχεδιασμός έχει μπεί στη φάση υλοποίησης. Πρώτο του στάδιο η πρόκληση φόβου και ανησυχίας στο ελληνικό πολιτικό σύστημα και την ελληνική κοινωνία (με την αρωγή και των ελληνικών ΜΜΕ). Με πολλούς τρόπους και ενέργεις προσπαθεί να μας πείσει ότι είναι διατεθειμένη να φτάσει μέχρι την θερμή σύγκρουση και ότι δεν υπάρχει χρόνος, πιέζοντας την ελληνική Κυβέρνηση να μπεί σε διαπραγματεύσεις για όλα τα θέματα που η ίδια θέτει. Δηλαδή για τα «ζωτικά της συμφέροντα» που κάποιοι της αναγνώρισαν ότι έχει και με την υπογραφή τους, πριν λίγα χρόνια. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που ο Τούρκος Πρέσβης στην Αθήνα, δεν χάνει ευκαιρία να τονίζει ότι μας μένουν 2,5 μήνες να αποφασίσουμε τι θέλουμε, ειρήνη ή πόλεμο ;
Αν η δεύτερη φάση είναι μία προγραμματισμένη και καλά σχεδιασμένη, μικρή ή μεγάλη θερμή αναμέτρηση με την Ελλάδα, ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί, δεν θα της είναι και εύκολο να την ξεκινήσει, κατά τη γνώμη μου. Το αποτέλεσμα μίας τέτοιας εκδοχής κανείς δεν μπορεί να το προεξοφλήσει. Το βέβαιο είναι πως αν επεκταθεί η όποια σύγκρουση, πέρα του τοπικού πεδίου, το κόστος και για τις δύο πλευρές θα είναι ιδιαίτερα σοβαρό και σε πολλούς τομείς.
Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι η ναυτική προβολή ισχύος που κάνει η Τουρκία στη Μεσόγειο, με την εμπλοκή της στην Λιβύη και όχι μόνο, είναι ιδιαίτερα σοβαρή υπόθεση, αλλά έχει και τα τρωτά επιχειρησιακά της σημεία. Διασπά ένα σοβαρό μέρος της ναυτικής της δύναμης σε μία περιοχή που δύσκολα θα μπορέσει να το υποστηρίξει με άλλες δυνάμεις, αν απαιτηθεί να το καλύψει από πιθανή ελληνική δράση. Θα ήταν ιδιαίτερα σοβαρό το πλήγμα για την ναυτική της ισχύ, αν αυτό το ναυτικό δυναμικό της εξουδετερωνόταν εντός 48 ωρών από συνδιασμένες επιχειρήσεις των ελληνικών Ε.Δ.
Επομένως το να συνοδεύεις ένα ερευνητικό σκάφος ή ένα πλοίο γεωτρήσεων με 3 ή 5 φρεγάτες στα 200 με 300 Ν.Μ, είναι φυσικά μία επίδειξη πολιτικής αποφασιστικότητας, αλλά δεν είναι καθόλου δεδομένη η επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα τους και η υποστήριξη τους, όταν αυτό πρέπει να γίνει διαμέσου του αμυντικού συστήματος της Χώρας που τα συμφέροντα της απειλούνται.
Θα λέγαμε λοιπόν, πως η λογική κατάληξη ή συμπέρασμα, που προκείπτει για την προοπτική των σχέσεων Ελλάδος-Τουρκίας είναι ότι ή λύση, η όποια λύση, έχει μία σταθερή βάση, αυτή της στρατιωτικής ισχύος των δύο χωρών. Αν αυτή (λύση) προκύψει μέσω διαπραγματεύσεων, το ειδικό βάρος αυτής της ισχύος και η ετοιμότητα της, θα είναι συνεχώς στο μυαλό των διαπραγματευομένων. Αν γίνει ή δεν γίνει, μέσω θερμής αναμέτρησης, μικρής ή μεγάλης, και πάλι η στρατιωτική ισχύς θα καθορίσει το αποτέλεσμα ή την αποτροπή της. Εκτιμώ πως αρκετοί Πολιτικοί και Στρατιωτικοί Ηγέτες, που είχαν την ευθύνη της Άμυνας της Χώρας μας και κατ’ επέκταση της διαμόρφωσης της αναγκαίας στρατιωτικής ισχύος αυτής, σήμερα θα έχουν μετανιώσει που άφησαν τον χρόνο της τελευταίας 15ετίας να περάσει αναξιοποίητος. Όπως επίσης που επέτρεψαν στις οικονομικές συνθήκες να επιδράσουν και στον τομέα αυτόν, παρά την χειροπιαστή απειλή.
Ο παράγων χρόνος λοιπόν, δεν υπάρχει σε επάρκεια και τα περισσότερα που σχετίζονται με την Άμυνα και την αναγκαία στρατιωτική ισχύ θα πρέπει να γίνουν «χθες».
Όλοι λένε ότι ο νόμος περί προμήθειας αμυντικού υλικού, αλλά και συντήρησης του υπάρχοντος, έχει προβλήματα. Κανείς, όμως δεν τον έχει αλλάξει, μέχρι σήμερα. Οι διαδικασίες συντήρησης των υφισταμένων μέσων και όπλων, κινούνται σε ρυθμούς μηδενικής εξωτερικής απειλής, σε ρυθμούς δηλαδή Λουξεμβούργου και Ελβετίας. Δεν μπορεί, κάποιος θα έχει την ευθύνη αν πλοία, αεροσκάφη, ή πυροβόλα που έχουν αγοραστεί για την άμυνα της Χώρας, δεν είναι αξιόμαχα την ώρα που η Πατρίδα θα τα χρειαστεί.
Η αναδιοργάνωση των Ε.Δ. καθυστερεί. Πρόσφατα έγινε μία κίνηση προς την σωστή, κατά τη γνώμη μου, κατεύθυνση από τον Αρχηγό ΓΕΕΘΑ, για την βελτίωση της αποτελεσματικότητας των Ειδικών Δυνάμεων. Η εκτίμηση μου είναι πως τα γεωγραφικά δεδομένα της Χώρας μας, σε σχέση με την τουρκική απειλή, καθορίζουν την περιοχή του Έβρου ως την μόνη στην οποία ενδέχεται να υπάρξει κλασική αντιπαράθεση χερσαίων δυνάμεων. Όλος ο νησιωτικός μας χώρος, με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του, έχει ανάγκη για την προστασία του, από ισχυρό Ναυτικό, αποτελεσματική Αεροπορία και Ειδικές Δυνάμεις με τον κατάλληλο εξοπλισμό και εκπαιδευμένες για επιχειρήσεις ημέρα, νύκτα και με όλες τις καιρικές συνθήκες. Τις λεπτομέρειες και τους αριθμούς τις γνωρίζουν οι ειδικοί που έχουν και την ευθύνη.
Είναι η ώρα για σωστές πολιτικές αποφάσεις που θα ανατρέψουν, αν ανατρέπονται, οι παλαιές λανθασμένες, από κάθε άποψη, για τον χρόνο της θητείας των εφέδρων. Στράτευση όλων στα 18 για ένα χρόνο τουλάχιστον, αλλά με σωστή «εκμετάλλευση» αυτού από τους υπευθύνους των Ε.Δ.
Η συνεργασία ΥΠΕΘΑ, Αμυντικής Βιομηχανίας, Α.Ε.Ι. και ΑΣΕΙ, δεν έχει ακόμα φτάσει στο επίπεδο που έχει ανάγκη η Άμυνα της Χώρας μας, αλλά και η οικονομική μας ανάκαμψη επιβάλλει.
Οι Τούρκοι Υπουργοί, μας λένε να προσέξουμε τους αριθμούς των δύο χωρών. Είναι αλήθεια ότι αριθμητικά οι Τ.Ε.Δ. κάνουν εντύπωση. Όμως όλες οι Ε.Δ. έχουν το «κέντρο» ή τα «κέντρα βαρύτητος» αυτών. Όταν αυτό ή αυτά εξουδετερωθούν με τις κατάλληλες επιχειρήσεις, η ισχύς αυτών μειώνεται δραστικά.
Έτσι την Χώρα μας δεν είναι πρακτικά δυνατό να την απειλήσει το σύνολο των χερσαίων τουρκικών δυνάμεων. Αντίθετα, μπορεί, σχετικά εύκολα, να την απειλήσει το σύνολο της τουρκικής ναυτικής ισχύος και φυσικά, άμεσα το σύνολο των αεροπορικών της δυνάμεων, με την συμμετοχή και υποστήριξη των «πολλαπλασιαστών ισχύος» αυτής( Ιπτάμενα Radars, Tankers, UAVs, Βλήματα Ε-Ε). Αυτό σημαίνει σωστή και κατάλληλη επιχειρησιακή σχεδίαση, αλλά κυρίως προετοιμασία από τη μεριά των δικών μας Ε.Δ.
Ο χρόνος, ως στοιχείο στην διαδικασία λήψης πολιτικών και όχι μόνο, αποφάσεων είναι κεφαλαιώδους σημασίας.
Στις τρέχουσες εξελίξεις και δεδομένα που δημιουργούν οι τουρκικοί σχεδιασμοί για τον Ελληνισμό, αυτό το στοιχείο, αυτός ο παράγων, δεν είναι με το μέρος μας, χωρίς γι’αυτό να μας φταίει κάποιος άλλος, όπως συνήθως ψάχνουμε. Και τα δύο κέντρα, Αθήνα και Λευκωσία, δεν μπορούν να ισχυριστούν ότι έκαναν καλή χρήση αυτού, κατά το παρελθόν. Τώρα τρέχουμε. Ας ελπίσουμε ότι θα προλάβουμε, έστω στο παρά πέντε, ως συνήθως.
Όσοι τονίζαμε, πως στις σχέσεις μας με την Τουρκία η στρατιωτική ισχύς είναι η κυρίαρχη συνιστώσα της συνολικής μας Εθνικής Ισχύος, που θα μας εξασφαλίσει τα εθνικά συμφέροντα και την ειρήνη, μας είχαν κατατάξει στους πολεμοχαρείς. Αντίθετα είμαστε αυτοί που πιστεύουμε και θέλουμε την ειρήνη και δείχναμε τον τρόπο της μοναδικής και βέβαιης εξασφάλισης της απέναντι στην συγκεκριμένη απειλή.
Ο Λαός μας λέει μία παροιμία : «…Όταν το φίδι το βλέπεις, μη ψάχνεις από που έρχεται…»
17 Ιουνίου 2020 – Αντιπτέραρχος (Ι) ε.α. Ευάγγελος Γεωργούσης
Επίτιμος Δκτης Δ.Α.Ε.
Πρόεδρος Συνδέσμου Αποφοίτων Σχολής Ικάρων