Οι συσκέψεις είναι σημαντικές γιατί επιχειρούν να ορίσουν την εθνική στρατηγική στο Κυπριακό, μετά το 1974: ο κύκλος της Ενωσης έχει σχεδόν κλείσει και πρώτη φορά ο Μακάριος αποδέχεται τον μετασχηματισμό του κράτους σε ομοσπονδιακό. Στις συσκέψεις συμμετείχαν ο πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής, και οι υπουργοί Ευάγγελος Αβέρωφ (Εθνικής Αμύνης), Δημήτρης Μπίτσιος (Εξωτερικών), Ιωάννης Βαρβιτσιώτης (υφυπουργός Εξωτερικών), ο Μιχάλης Δούντας (πρέσβης της Ελλάδας στην Κύπρο) και υπηρεσιακοί παράγοντες. Την κυπριακή αντιπροσωπεία αποτελούσαν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, ο προεδρεύων της Δημοκρατίας Γλαύκος Κληρίδης, ο Ιωάννης Χριστοφίδης (υπουργός Εξωτερικών), ο Τάσσος Παπαδόπουλος (προεδρεύων της Βουλής των Αντιπροσώπων), ο Χριστόδουλος Βενιαμίν (γενικός διευθυντής του κυπριακού υπουργείου Εξωτερικών), ο Νίκος Κρανιδιώτης (πρέσβης της Κύπρου στην Ελλάδα) και ο Σπύρος Κυπριανού (πρώην υπουργός Εξωτερικών της Κύπρου). Τρεις διετέλεσαν αργότερα πρόεδροι της Κυπριακής Δημοκρατίας.
29 Νοεμβρίου 1974. Ο Μακάριος φθάνει στην Αθήνα καθ’ οδόν προς την Κύπρο. Οι συζητήσεις μεταξύ της ελλαδικής και της κυπριακής πλευράς ήταν κρίσιμες για τη διαμόρφωση της εθνικής στρατηγικής μετά την εισβολή.
Οι προβληματισμοί των δύο πλευρών
Τα πρακτικά (δύο ελλαδικά, ένα κυπριακό) περιγράφουν το περιεχόμενο των συζητήσεων. Τη μερίδα του λέοντος στη συζήτηση έχουν ο Καραμανλής (από την ελλαδική πλευρά) και οι Μακάριος και Κληρίδης (από την κυπριακή). Στόχος του Καραμανλή: η χάραξη κοινής γραμμής. Στην πορεία, ο πρωθυπουργός αντιμετωπίζει διαδοχικά απειλή παραιτήσεων από τους Μακάριο και Κληρίδη.
Στις 30 Νοεμβρίου οι εργασίες εξέτασαν την πολιτική για την ειρήνευση της ελληνοκυπριακής πλευράς· αφού αποκλείστηκε η πολεμική επιλογή, η συζήτηση στράφηκε στην αποδεκτή λύση για την ελληνική πλευρά, με ειδική αναφορά στο εδαφικό. Υπήρξε ενημέρωση για την κατάσταση στην Κύπρο και τις τουρκικές απόψεις για τη λύση. Η συζήτηση διακόπηκε με την τοποθέτηση του Αβέρωφ ότι η παρούσα κατάσταση δεν μπορεί να παραταθεί.
Εκτός πρακτικών, η συζήτηση Καραμανλή - Μακαρίου συνεχίσθηκε σε ένα κατ’ ιδίαν γεύμα που παρέθεσε ο πρώτος στο σπίτι του. Την επομένη (1/12) συζητήθηκαν ο διεθνής παράγων, η κατάσταση στην Ελλάδα και στην Κύπρο (κυρίως τα οικονομικά προβλήματα). Το βασικό ζητούμενο παρέμεινε το σχήμα της λύσης, η τακτική και η στρατηγική που θα ακολουθηθεί. Τρία κυρίως θέματα είναι σημαντικά: η επιστροφή του Μακαρίου στην Κύπρο, ο διεθνής παράγων και η μορφή της λύσης. Η επιστροφή Μακαρίου είχε προαναγγελθεί στο Λονδίνο στις 17 Νοεμβρίου, παρά τις τουρκικές αντιρρήσεις και τις ελλαδικές ανησυχίες. Στην Αθήνα, τον Μακάριο απασχολεί ο φόβος ταραχών με την επιστροφή του. Zητεί «...να μην μπη εις το ανακοινωθέν το Γεωγραφική [Ομοσπονδία] διά να ημπορέσω να επιστρέψω εις την Κύπρον χωρίς επεισόδια».
Ο Μακάριος απευθύνεται, από εξώστη της «Μεγάλης Βρεταννίας», στο πλήθος που έχει συγκεντρωθεί στο Σύνταγμα. (ΦΩΤ.ΜΙΧΑΛΗΣ Ν. ΚΑΤΣΙΓΕΡΑΣ, «ΕΛΛΑΔΑ, 20ός ΑΙΩΝΑΣ, ΟΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ»)
Στις 24 Νοεμβρίου, στη συνάντηση κορυφής του Βλαδιβοστόκ, οι ηγέτες των ΗΠΑ και της ΕΣΣΔ είχαν συμπεριλάβει το Κυπριακό στην κοινή τους δήλωση. Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Χένρι Κίσινγκερ, φαινόταν να κινείται δραστήρια για επανέναρξη συνομιλιών και το Κογκρέσο είχε από τον Σεπτέμβριο υπερψηφίσει την πρόταση για εμπάργκο όπλων στην Τουρκία. Στις συσκέψεις ο Μακάριος φαίνεται να εμπιστεύεται τον Κίσινγκερ, τους Βρετανούς και τη διεθνή μεσολάβηση για την επίτευξη λύσης. Στη σύσκεψη παρουσιάζεται σαφέστερα η διεθνής κατάσταση: η ΕΣΣΔ «ενδιαφέρεται μόνον διά το θέμα των εγγυήσεων, διά να υπεισέλθη εις την Κύπρον, πράγμα το οποίον δεν θα απεδέχοντο αι Ηνωμέναι Πολιτείαι» (Χριστοφίδης). Τα Ηνωμένα Εθνη «βγάζουν ευχετήρια, τα οποία δεν έχουν την δύναμιν να εφαρμόσουν» (Παπαδόπουλος)· ο Καραμανλής θα ήθελε κοινή δράση ΗΠΑ - ΕΣΣΔ, αλλά τη θεωρεί απίθανη (οι Αμερικανοί τού διεμήνυσαν να μην υπερτιμά την περί Κυπριακού δήλωση στο Βλαδιβοστόκ)· οι ΗΠΑ θέλουν λύση, αλλά δεν θέλουν να χάσουν την Τουρκία. Αλλοι συμμετέχοντες αναρωτιούνται πόση πίεση μπορεί να ασκήσει στην Τουρκία ο Κίσινγκερ ενόψει της στάσης του αμερικανικού Κογκρέσου. Η Ευρώπη μόνο ανθρωπιστική βοήθεια μπορεί να δώσει. Η Βρετανία αντιμετωπίζεται με βαθιά δυσπιστία. Ισως εξαιτίας της πολύμηνης διαμονής του στο εξωτερικό, ο Μακάριος φαίνεται να είναι ο μόνος που διατηρεί την πίστη του στους ξένους...
Ο Γλαύκος Κληρίδης (δεύτερος από δεξιά) ανέλαβε προεδρεύων της Κυπριακής Δημοκρατίας μέχρι την επιστροφή του Μακαρίου.
Η διελκυστίνδα για τη μορφή της λύσης
Ο Μακάριος δεν λαμβάνει υπόψη ούτε την κατάσταση μετά την εισβολή ούτε τις θέσεις της τουρκικής πλευράς. Αναγνωρίζει, αλλά συγχρόνως παραγνωρίζει ότι είναι ο λιγότερο ενημερωμένος για την κατάσταση. Εξαρχής αναγνωρίζει ότι οι συνομιλίες είναι η μοναδική επιλογή, αλλά δεν δηλώνει τις υποχωρήσεις που είναι διατεθειμένος να δεχθεί.
Ο Κληρίδης δεν αμφισβητεί την πρωτοκαθεδρία του Μακαρίου, αμφισβητεί όμως τη γνώση του για τη νέα κυπριακή πραγματικότητα και το τι μπορεί να διαπραγματευθεί. Είναι σαφές ότι ο Μακάριος δεν έχει εμπιστοσύνη σε κανέναν από τους κύριους συνομιλητές του στις συσκέψεις, ιδίως στον Γλαύκο Κληρίδη.
Το πρότυπο λύσης που κατ’ αρχήν αποδέχεται ο Μακάριος είναι πολυπεριφερειακή ομοσπονδία (multiregional federation) με εδαφική έκταση κοντά στην πληθυσμιακή αναλογία, με ισχυρή κεντρική κυβέρνηση. Ο Μακάριος εμμένει σ’ αυτήν τη μορφή, παρά το ότι ο Καραμανλής και αρκετοί από τους συμμετέχοντες δηλώνουν ότι είναι ανέφικτη.
Ο Μακάριος αρνείται να συζητήσει τις ελάχιστες και τις μέγιστες απαιτήσεις της ελληνικής πλευράς: «…από τώρα, αμέσως θα είμεθα εις την τρίτην γραμμήν […] Και από απόψεως στρατηγικής, εάν είπωμεν, μάλιστα, είμεθα διατεθειμένοι διά Γεωγραφικήν Ομοσπονδίαν επί δύο ζωνών, κατ’ εμέ τούτο αποτελεί σφάλμα». Με αυτό διαφωνεί ευθέως ο Καραμανλής. Ο Μακάριος φαίνεται να ελπίζει ότι οι προτάσεις του θα γίνουν με κάποιο τρόπο αποδεκτές από την Τουρκία. Οταν πιέζεται να αποδεχθεί κάποιο πρότυπο λύσης, απαντά «δεν θα επεθύμουν να πάρω προσωπικάς δεσμεύσεις προτού επιστρέψω εις την Κύπρον», θέτει θέμα επιστροφής των προσφύγων, αναρωτιέται ποιες θα είναι οι αντιδράσεις του λαού και απειλεί με παραίτηση.
7.12.1974. Από το μπαλκόνι της βομβαρδισμένης από τους πραξικοπηματίες Αρχιεπισκοπής ο Μακάριος απευθύνεται στον κυπριακό λαό.
Τα πρακτικά δείχνουν ότι τις σαφέστερες και ρεαλιστικότερες θέσεις έχει ο Κληρίδης. Αυτός διαχειρίστηκε τα πράγματα από την κατάρρευση του πραξικοπήματος μέχρι τις συσκέψεις και είχε επαφές με τον Ραούφ Ντενκτάς. Η λύση που προτείνει ο Κληρίδης είναι «γεωγραφική ομοσπονδία, επί δύο περιοχών ή επί μιας περιοχής εις τα βόρεια», με 40.000-50.000 Ελληνες Κυπρίους να μένουν πρόσφυγες. Είναι πρόταση οδυνηρή, με πολλά κενά (π.χ. εξουσίες κεντρικής κυβέρνησης), αλλά θεωρεί ότι η πρόταση πιθανόν να είναι αποδεκτή από τους Τούρκους και από τον λαό. Βεβαίως, όπως λέει, τέτοια λύση θα καταστρέψει πολιτικά αυτόν που θα την υπογράψει. Η άποψή του φαίνεται να επηρεάζει τον Μακάριο, που αμφισβητεί την πρακτική αξία μιας συμφωνίας μη αποδεκτής από τους Ελληνες Κυπρίους. Για να πάρει την απάντηση από τον Αβέρωφ: «Οι Ελληνες [ενν. στην Κύπρο] περιμένουν τον θαυματοποιόν […] Αλλά συν τω χρόνω θα διαψευσθούν, και τότε δεν θα καταστραφή ο άνθρωπος που θα υπογράψη την λύσιν, αλλά θα ανακηρυχθή σωτήρ».
Ομόφωνα η ελλαδική πλευρά, αλλά και οι Κληρίδης και Χριστοφίδης, υποστηρίζει ότι το πλαίσιο πρέπει να συμφωνηθεί αμέσως. Αυτή η προσπάθεια οδηγεί τελικά στην κορυφαία έκφραση δυσπιστίας στις συσκέψεις. Ο ρόλος του διαπραγματευτή προσφέρεται στον Κληρίδη, αλλά εκείνος απαιτεί γραπτό, συμφωνημένο πλαίσιο. Ο Μακάριος, επίσης επίμονα, αρνείται να υπογράψει τα συμφωνηθέντα, βέβαιος ότι θα διαρρεύσουν. Οταν ο Κληρίδης επισημαίνει ότι θα υπάρχουν τρία αντίγραφα (Μακαρίου, Καραμανλή, Κληρίδη) και δεσμεύεται να μη δώσει στη δημοσιότητα το δικό του (όπως και ο Καραμανλής), ο Μακάριος απαντά: «Τότε θα δημοσιευθή οπωσδήποτε (χαμογελώντας)».
Ενα ιδιότυπο προεδρικό βέτο από τον Μακάριο
Νωρίτερα στη σύσκεψη, ο Καραμανλής είχε ζητήσει «μίαν γραμμήν δεδομένην όταν ερωτηθώ από διαφόρους Κυβερνήσεις, να ξεύρω τι ζητούμε». Ομως η λήψη απόφασης αναβάλλεται, εξαιτίας της επιμονής του Μακαρίου στην «πολυπεριφερειακή ομοσπονδία».
Ηταν δικαιολογημένη η εμμονή αυτή; Υποστηρικτές του Μακαρίου θα τόνιζαν ότι ο Εθνάρχης, εκλεγμένος Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας, έκανε το αυτονόητο: αρνήθηκε να συμβιβαστεί και επέλεξε τον δρόμο του αγώνα. Τρεις φορές ο Μακάριος τονίζει ότι προτιμά οι Τούρκοι να κρατήσουν το 40% της Κύπρου χωρίς την υπογραφή της ελληνικής πλευράς, παρά το 25% με τη συναίνεσή της. Ο Καραμανλής χαρακτηρίζει την άποψη «σχήμα λόγου», όμως είναι σαφές ότι ο Μακάριος εννοεί κάθε λέξη.
Οι πολέμιοι της θέσης του Μακαρίου μπορούν να του καταμαρτυρήσουν έλλειψη εμπιστοσύνης στους de facto και de jure συνεργάτες του, έλλειψη πολιτικού ρεαλισμού, ή αδυναμία κατανόησης των νέων συνθηκών στην Ελλάδα, στην Κύπρο και διεθνώς.
Ο Καραμανλής πάλι θα μπορούσε να κατηγορηθεί ότι δεν κατάφερε να πιέσει τον Μακάριο να δεχθεί μια ρεαλιστικότερη πρόταση διαπραγμάτευσης. Θα μπορούσε όμως; Ενόψει των συνθηκών στην Ελλάδα και στην Κύπρο, περισσότερη πίεση μάλλον δεν ήταν δυνατή. Τον Δεκέμβριο του 1974, ο Κων. Καραμανλής εγκαινιάζει με πιο επίσημο τρόπο το δόγμα «Η Κύπρος αποφασίζει για τη λύση και η Ελλάδα συμπαρατάσσεται».
* Ο κ. Γεώργιος Α. Καζαμίας είναι αναπληρωτής καθηγητής στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κύπρου.
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΕΥΑΝΘΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ