Περίληψη: 

Η απάντηση στο πρόσφατο άρθρο του Victor Friedman σχετικά με το όνομα της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, με τις διευκρινίσεις επί των προβληματικών ισχυρισμών του. Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε αρχικά στο foreignaffairs.com

Αυτό το καλοκαίρι, η Ελλάδα και η πΓΔΜ -που είναι γνωστή διεθνώς με τον όρο βάσει του οποίου έγινε αποδεκτή στον ΟΗΕ, ως Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας ή FYROM- μπήκαν στα πρωτοσέλιδα με μια ασυνήθιστη ανακοίνωση: Υπό μια προσωρινή συμφωνία γνωστή ως «Συμφωνία των Πρεσπών», η οποία συνομολογήθηκε από τις κυβερνήσεις της Ελλάδος και της πΓΔΜ, η πΓΔΜ θα αλλάξει το όνομά της σε «Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας». Οι υποστηρικτές της συμφωνίας υποστήριξαν ότι η προσθήκη του προσδιοριστικού «Βόρεια» θα διαλύσει τους φόβους της Ελλάδας ότι η λέξη «Μακεδονία» συνεπάγεται εδαφική απαίτηση για την ομώνυμη περιοχή της Ελλάδας, διευθετώντας έτσι μια μακρόχρονη διαμάχη. Ωστόσο, η διαμάχη για την ταυτότητα μεταξύ των δύο χωρών απέχει πολύ από το να τελειώσει: Μετά από πρόσφατο δημοψήφισμα σχετικά με το θέμα στην πΓΔΜ, το οποίο απέτυχε λόγω της χαμηλής προσέλευσης ψηφοφόρων, οι ηγέτες της χώρας αγωνίζονται να μαζέψουν αρκετές ψήφους για να προωθήσουν την αλλαγή ονόματος μέσω του κοινοβουλίου. Τα πράγματα δεν φαίνονται πιο ευοίωνα για τους οπαδούς της συμφωνίας στην Ελλάδα, όπου το κοινοβούλιο δεν έχει ακόμη επικυρώσει την συμφωνία και το 72% των πολιτών την απορρίπτει. Είναι απίθανο ότι και οι δύο κυβερνήσεις θα επιβιώσουν και θα δουν την συμφωνία να περνά.

15102018-1.jpg

Ένα αγόρι μπροστά από χάρτη που δείχνει τμήματα της νοτιοανατολικής Ευρώπης, στην Ιδομένη, τον Μάιο του 2016. KOSTAS TSIRONIS/REUTERS
-----------------------------------------------------------------------------

Στο πρόσφατο άρθρο του στο Foreign Affairs [1] (Το όνομα είναι Μακεδονία. Βόρεια Μακεδονία), ο Victor Friedman υποστηρίζει ότι οι κυβερνήσεις της Ελλάδας και της πΓΔΜ πρέπει να προχωρήσουν σε μια συμφωνία, παρά την λαϊκή αντίθεση και στα δύο κράτη: Κατά τον Friedman η συμφωνία είναι το καλύτερο στοίχημα της περιοχής για σταθερότητα, παρέχοντας στην πΓΔΜ αναγνώριση και νομιμοποίηση χωρίς να παραβιάζει την αίσθηση της εδαφικής ενότητας της Ελλάδας, και θα μπορούσε να ανοίξει τον δρόμο για την ένταξη της ΠΓΔΜ στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ. Το πιο σημαντικό, γράφει ο Friedman, η συμφωνία «αναγνωρίζει ότι ο ίδιος όρος –Μακεδόνας- είναι δυνατόν να έχει διαφορετικές έννοιες και νοηματοδοτήσεις ανάλογα με τον χρόνο και τον τόπο. Υποστηρίζει, κατ’ ουσίαν, ότι υπάρχουν περισσότερες από μια ερμηνείες της ιστορίας». Η ανάγνωση της ιστορίας, ωστόσο, δεν πρέπει να βασίζεται σε ανακρίβειες των ιστορικών και γεωγραφικών δεδομένων, και σε αυτό το πλαίσιο οι θέσεις του Friedman είναι προβληματικές σε αρκετές περιπτώσεις.

Ας ξεκινήσουμε με το θέμα της γλώσσας. Ο Friedman ορθώς επισημαίνει ότι η γλώσσα της ΠΓΔΜ, γνωστή στην βιβλιογραφία ως Σύγχρονη Μακεδονική (Modern Macedonian), είναι εντελώς άσχετη με την Αρχαία Μακεδονική και ότι οποιοσδήποτε αντίθετος ισχυρισμός συνιστά «γλωσσικό παραλογισμό». Ωστόσο, ο Friedman θα μπορούσε να είχε προσδιορίσει με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια στο κείμενό του –ως γλωσσολόγος άλλωστε- τις επιστημονικώς διαπιστωμένες σχέσεις μεταξύ της αρχαίας μακεδονικής διαλέκτου και της γενικής αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Η αρχαία μακεδονική ήταν ελληνική διάλεκτος, η οποία παρουσιάζει μορφολογική συγγένεια με τις διαλέκτους της Θεσσαλίας και της βορειοδυτικής Ελλάδας [2]. Η ελληνική ταυτότητα των αρχαίων Μακεδόνων είναι αδιαμφισβήτητη στην ιστοριογραφία. Ο Friedman παρακάμπτει πλήρως το γεγονός αυτό, γράφοντας μόνο ότι «η σχέση μεταξύ Αρχαίων Μακεδονικών και Αρχαίων Ελληνικών είναι αβέβαιη».

Ο Friedman ισχυρίζεται επίσης ότι η Ελλάδα, η Βουλγαρία και η Σερβία εποφθαλμιούσαν όλες τους την «γεωγραφική περιοχή που ονομάζεται Μακεδονία» κατά την διάρκεια της σταδιακής διάλυσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στις αρχές του εικοστού αιώνα. Ωστόσο, η ιδέα μιας «γεωγραφικής Μακεδονίας» πέρα από τα σύνορα της σύγχρονης Ελλάδας ήταν τότε μια καινοτομία εκείνης της εποχής, η οποία εισήχθη από τους χαρτογράφους στα τέλη του 19ου αιώνα [3].

Υπό την οθωμανική κυριαρχία από τον 15ο αιώνα έως το 1912, δεν υπήρξε ποτέ διοικητική οντότητα με την ονομασία Μακεδονία. Σχεδόν όλοι οι ευρωπαϊκοί χάρτες, οι οποίοι δημοσιεύτηκαν μεταξύ του 13ου και του 19ου αιώνα, τοποθετούν τα βόρεια όρια της Μακεδονίας νοτίως της περιοχής των Σκοπίων, σημερινής πρωτεύουσας της πΓΔΜ. Πριν από τον δέκατο ένατο αιώνα, εν συντομία, η γεωγραφική περιοχή της Μακεδονίας ταυτιζόταν σε μεγάλο βαθμό με την σημερινή περιφέρεια της Μακεδονίας εντός της ελληνικής επικράτειας.

Σύμφωνα με τον Friedman, όταν τα σύνορα της Ελλάδας μετατοπίστηκαν προς τα βόρεια μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13, «το μεγαλύτερο μέρος του λαού της καταληφθείσας περιοχής μιλούσε Μακεδονικά, όχι Ελληνικά». Πρόκειται περί εντελώς αβάσιμου ισχυρισμού. Σύμφωνα με μια έκθεση της Επιτροπής Προσφυγικών Διευθετήσεων της Κοινωνίας των Εθνών (League of Nations’ Refugee Settlement Commission), η οποία δημοσιεύθηκε το 1926, ο πληθυσμός της περιοχής το 1913 συνίστατο στις εξής ομάδες: 42,6% Έλληνες, 39,4% Μουσουλμάνοι, 9,9% Βούλγαροι και 8,1% άλλοι (φυσικά, καθόλου «Μακεδόνες») [4]. Σύμφωνα με μια ελληνική στατιστική έρευνα, η οποία διεξήχθη τον Αύγουστο του 1915, ο συνολικός αριθμός των σλαβόφωνων στην περιοχή μόλις υπερέβαινε τα 200.000 άτομα. Με άλλα λόγια, η περιοχή διέθετε σαφή πληθυσμιακή πλειονότητα ελληνοφώνων πριν και κατά τα χρόνια αμέσως μετά την προσάρτησή της στην Ελλάδα.

 *Ο Δρ. Ιωάννης Κωτούλας είναι Ανώτερος Ερευνητής Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το τελευταίο του βιβλίο έχει τίτλο Ιστορική γεωπολιτική της νεώτερης Ελλάδος (Εκδόσεις Λειμών, θα κυκλοφορήσει εντός του 2018).